Λυγερή Οικονομοπούλου
Σ’ αυτό το συμπόσιο θα παρουσιάσω την περίπτωση μιας ασθενούς μου εξαρτημένης από ουσίες όπως L.S.D και ηρωίνη. Η αυτοκαταστροφικότητα την οδηγούσε συχνά σε σωματική κακοποίηση μαζί με όλη την συμπτωματολογία που περιγράφω στην εργασία μου. Θα αναφερθώ στην φύση των πολύ πρώιμων αμυνών έναντι του αντικείμενου και στον καταλυτικό ρόλο που στη συγκεκριμένη περίπτωση η ποιότητα των αμυνών της έπαιξε στην διαμόρφωση των εξαρτησιογόνων φαντασιώσεων της που την οδηγούσαν σε σωρεία εκδραματίσεων. Κατ’ αρχάς, ο εξαρτητικός ρόλος των τοξικών ουσιών συνδέεται με την ανάγκη για υπερκερασμό ενός ψυχικά στερητικού περιβάλλοντος. Αυτό σχετίζεται με την έλλειψη εξυπηρέτησης πρώιμων και βασικών αναγκών όπως αυτές που περιγράφονται σε σχέση με την ασθενή μου ως απαραίτητες για την δημιουργία ενός λειτουργικού εγώ. Διότι μια τέτοια είδους στέρηση οδηγεί στην αναζήτηση πολύπλοκων φαντασιακά υποκατάστατων: Το άτομο αναζητά μέσω συμβόλων τα βασικά στοιχεία του ψυχισμού που έχει στερηθεί από το πρώιμο γονεικό αντικείμενο: α) ένα υγιές μητρικό γάλα προς ανάπτυξη β) ελλείψει αυτού αναζητά ένα υποκατάστατο του έστω και «δηλητήριο» γ) αναζητά επίσης κάτι συμπληρωματικό του φαντασιακού περιεχομένου μιας διθυραμβικής συνείδησης όταν θεωρεί ότι βρήκε το δηλητηριώδες «αντικείμενο». Κι’ αυτό δεν είναι άλλο από την «ενοχή» υπό την μορφή «τιμωρίας». Όταν δε τίποτα απ’ τα ανωτέρω δεν επιτυγχάνεται τότε έρχεται η έλλειψη ικανοποίησης που πιθανότατα θα μετεξελιχθεί σε επιθετικότητα. Η συγκεκριμένη ψυχοπαθολογία της κλινικής περίπτωσης που θα παρουσιάσω σχετίζεται απόλυτα με την οικογενειακή δόμηση: πρόκειται για πρώιμες, αντίρροπες και παράλληλες ενοχές που για να ξεπεραστούν από την ασθενή οδήγησαν σε ένα αντίστοιχο φαύλο κύκλο λήψης εξαρτητικών ουσιών. Μέσω της τοξικής ουσίας ζητούσε την αυτοκαταστροφή της και την αίσθηση ύπαρξης. Εμποτιζόμενη με δηλητήριο εισήγαγε εντός της αυτό που δήθεν χρειαζόταν ο πληγωμένος ναρκισσιστικός της εαυτός. Με δεδομένο ότι η παραπάνω διαδικασία ποτέ δεν έχει ένα αίσιο τέλος, καθίσταται εκ των πραγμάτων μια επαναληπτική πράξη αποκαλούμενη «εξάρτηση». Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να βρίσκεται ο εξαρτημένος ασθενής σε μια μάταιη και αέναη αναζήτηση μιας ασαφούς πρωτογενούς φροντίδας και αγάπης ελλείψει του πραγματικού συναισθήματος. Η επαναληπτική φυγή προς τις ουσίες είναι μια ύστατη προσπάθεια αυτοϊασης έτσι ώστε: α) να θεραπεύσει τα επώδυνα συναισθήματα στέρησης, β) να τα εξουδετερώσει μέσω της χρήσης ουσιών και γ) να δικαιολογήσει στον εαυτό του/της την εξευτελιστική ύπαρξή τους. Η δράση της ηρωίνης δημιουργεί ψευδαισθήσεις ενός παραδεισένιου κόσμου με πλήθος σχάσεων, εκλογικεύσεων και αρνήσεων. Η διάρκεια αυτής της ανακούφισης είναι πρόσκαιρη και περιορισμένη λόγω του υφέρποντος ενστίκτου θανάτου που κινητοποιούν οι ενοχές. Στο επίπεδο της θεραπείας η εξέλιξη των πραγμάτων είναι εξαιρετικά δύσκολη, απρόβλεπτη, ταυτόχρονα δε πολύ ευχάριστη όταν λάβει θετικό πρόσημο. Εδώ οι καταστροφικές δυνάμεις που δημιουργούν μέρος της μεταβιβαστικής σχέσης καλούνται να εξαντλήσουν τον εαυτό τους προτού αντικατασταθούν από σταθερά αισθήματα εμπιστοσύνης προς την θεραπεύτρια. Η συγκεκριμένη θεραπεία διήρκεσε μία εικοσαετία αλλά δεν τελείωσε «συμπληρωμένη». Παρά ταύτα, η πρώην ασθενής μου είχε πλήρως αποσυρθεί από κάθε χρήση ουσιών, είχε απομακρυνθεί σε μεγάλο βαθμό από το στερητικό οικογενειακό της περιβάλλον και είχε φτάσει στο σημείο να έχει δημιουργήσει δικές της οικογενειακές σχέσεις με εξελισσόμενη δυναμική.