Μαρία Τσιλιβίγκου
Το οιδιπόδειο σύμπλεγμα αποτελεί την πλέον πολύπλοκη και κατά πολλούς αινιγματική κατάσταση στην ψυχική εξέλιξη του ατόμου και το ωθεί σε μια ατέρμονη αναζήτηση του νοήματος του Είναι του πρώτα μέσα στην «οικογένεια» και στη συνέχεια στα οικογενειακά υποκατάστατα της κοινωνίας. Κατά την ψυχαναλυτική διαδικασία οι οικογενειακές σχέσεις διερευνώνται και ερμηνεύονται επί τη βάση της έντασης του άγχους του βιώματος του υποκειμένου σε σχέση με τα ενδοβλημένα αρχαϊκά και εσωτερικευμένα οιδιπόδεια αντικείμενα έτσι όπως αυτά εμφανίζονται εντελώς αυθόρμητα στην μεταβίβαση. Αν και η έννοια της «οικογένειας» στην ψυχανάλυση δεν αποτέλεσε ποτέ μέρος της ορολογίας της λόγω του εξ ορισμού προσανατολισμού της προς το «υποκείμενο» ωστόσο συγκαταλέγεται μεταξύ των δυνατών σημαινόντων που κάθε υποκείμενο καλείται να νοηματοδοτήσει και να συνδέσει μεγάλες ποσότητες της λίμπιντό του κατά την συμβολοποίηση της και συνεπώς στις φαντασιώσεις που την περιβάλουν. Εν προκειμένω είναι αναγκαίο να κάνουμε το διαχωρισμό μεταξύ της οικογένειας καταγωγής και της οικογένειας δημιουργίας του ατόμου. Το επίπεδο νοηματοδότησης της και στις δύο περιπτώσεις έχει άμεση σχέση με την έκβαση του οιδιπόδειου συμπλέγματος. Αλλά ενώ στη πρώτη περίπτωση περιλαμβάνονται οι φαντασιώσεις καταγωγής στη δεύτερη περίπτωση διακρίνουμε κυρίως μια επαναρθωτική διάθεση του υποκειμένου όπου κατά την ανάλυση φαντασιώνεται η δεύτερη ευκαιρία για την ναρκισσιστική επούλωση τραυμάτων. Όσο πιο ανίσχυρη είναι η οιδιπόδεια θέση του υποκειμένου τόσο η έννοια της οικογένειας που θα δημιουργήσει (ή, έχει δημιουργήσει) τροφοδοτείται από το άγχος ελέγχου του αντικειμένου από το υποκείμενο και την ανάγκη του να ασκήσει πρωκτικό έλεγχο στη πραγματικότητα της ζωής της οικογένειάς του. Αυτό εκφράζεται με απέλπιδα προσπάθεια ικανοποίησης της επιθυμίας επιβεβαίωσης της φαλλικής ικανότητας η οποία έχει εκ προοιμίου φαντασιακά τρωθεί εντός των κόλπων της οικογένειας καταγωγής.