Ανδρέας Δετζώρτζης
«Είμαστε μια πολύ καλή οικογένεια γιατρέ» ήταν τα πρώτα λόγια της νεαρής Ισμήνης, το απόγευμα που για πρώτη φορά ερχόταν στο ιατρείο μου. Και κατόπιν έσπευσε να εξηγήσει περαιτέρω τη φράση της. Οι γονείς της ήταν δύο υψηλής μόρφωσης, ευρύτατης παιδείας άνθρωποι, ουμανιστικής θεώρησης και αλτρουιστικής συμπεριφοράς προς το κοινωνικό σύνολο. Έχαιραν μεγάλης εκτίμησης και σεβασμού από τον κοινωνικό τους περίγυρο. Η Ισμήνη και η αδελφή της ήταν επίσης δύο μορφωμένες και καλλιεργημένες νεαρές γυναίκες, που ασπάζονταν το ίδιο αξιακό σύστημα με τους γονείς και έχαιραν γενικότερης εκτίμησης. Η εικόνα της οικογένειας που εισέπρατταν φίλοι συγγενείς και γνωστοί ήταν αυτή ανθρώπων αγαπημένων, πρόσχαρων, ευγενικών με διάθεση κατανόησης και υποστήριξης μεταξύ τους και απέναντι σε τρίτους. Έδειχναν μια εικόνα ζηλευτή – την οικογένεια πρότυπο που θα επιθυμούσε να έχει ο καθένας. Θα ήταν ποτέ δυνατόν, πίσω από την κλειστή πόρτα αυτής της οικογένειας τα δυναμικά που αναπτύσσονταν να ήταν εντόνως συγκρουσιακά; Θα μπορούσε το κυρίαρχο συναίσθημα κατά την μεταξύ τους επικοινωνία να ήταν αυτό της επιθετικότητας; Θα τολμούσε κανείς να ισχυρισθεί ότι μια τέτοιου αξιακού κάλλους οικογένεια θα ζούσε στην πραγματικότητα μέσα στη μιζέρια και την κατάθλιψη; Όλα τα ανωτέρω ερωτήματα θα απαντηθούν με την παρουσίαση της κλινικής περίπτωσης της Ισμήνης. Πρόκειται για ένα περιπετειώδες ψυχαναλυτικό ταξίδι με έντονα μεταβιβαστικά στοιχεία και τις συνακόλουθες δυσκολίες του.