Λυγερή Οικονομοπούλου
Είναι γνωστό πως το ψυχαναλυτικό πλαίσιο, αφότου περιεγράφηκε από τον Φρόιντ, εν συνεχεία υπέστη πολλές εξελίξεις, αλλαγές και διαφοροποιήσεις, ανάλογα με τη θεωρητική άποψη που επικράτησε σε ποικίλους ψυχαναλυτικούς χώρους. Πολλές από αυτές τις διαστάσεις του πλαισίου θα τις δούμε να αποκαλούνται είτε «φιλελεύθερες» είτε «δημοκρατικές», ή ακόμη να έχουν και έναν φιλοσοφικό προσανατολισμό υπαρξιακού χαρακτήρα. Παρά ταύτα, η κλασική τοποθέτηση του Φρόιντ περί πλαισίου παραμένει ακαταμάχητα ανθρώπινη, επειδή, θεραπευτικά, γίνεται εξαιρετικά αποτελεσματική.
Βασικά, το πλαίσιο το οποίο περιγράφεται από τον Φρόιντ συνιστά τη διάκριση του ασυνειδήτου σε δύο χώρους: ο ένας εκ των οποίων υποτίθεται ότι δεν χρειάζεται ανάλυση, λόγω των ποικίλων ανθρωπιστικού χαρακτήρα διαστάσεων που περιλαμβάνει, ενώ ο δεύτερος είναι αναλύσιμος, με προοπτική να συνδεθεί με τον πρώτο. Πράγματι, τα όρια που θέτει το κλασικό πλαίσιο εντός του ψυχαναλυτικού χώρου είναι αυτά ακριβώς που γίνονται αποδεκτά σε έναν αμοιβαίο ανθρώπινο διακανονισμό, άνευ εξαιρέσεων. Ο αναλυτής δίνει το δικαίωμα στον αναλυόμενό του, εντός του πλαισίου, να κάνει «ό,τι θέλει», θέτοντας ως όρο — και συγχρόνως προσδοκώντας — να τον δεχθεί όπως ακριβώς είναι.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, μιας συμφωνίας αμοιβαίας ελευθερίας, εκτυλίσσεται το ψυχαναλυτικό έργο: η ψυχαναλυτική σχέση μεταξύ αναλυτή και αναλυόμενου, σαν μια ψυχική χορογραφία συναισθημάτων, πάνω στο υποθετικά στέρεο έδαφος του πλαισίου, όπου ο αναλυτής — πάντα σε επαφή με τον βαθύτερο εαυτό του — επιτρέπει στον αναλυόμενο να πρωταγωνιστήσει, μέσα από τις εκφράσεις του σώματός του, της φωνής και της ψυχής του, φέρνοντας στην επιφάνεια τον ασυνείδητο κόσμο του.
Με αφορμή το συμπόσιο αυτό, θα παρουσιάσω μια κλινική μου περίπτωση, όπου η απειλή για το σπάσιμο του βασικού πλαισίου αιωρούνταν διαρκώς, μέσα από τις συχνές αποσυνδέσεις του ασθενούς μου από τις στοιχειωδώς παγιωμένες ασυνείδητες διαστάσεις του, την αδυναμία του να αφήσει τον εαυτό του να με εμπιστευτεί — κι όλα αυτά κάτω από την κυριαρχία μιας μαζικής εξιδανικευτικής μεταβίβασης και των πολλαπλών σχάσεων του.
Εν τέλει, η απειλή και η προσπάθεια διαρραγής του πλαισίου δεν ήταν παρά ο διαρκής αγώνας του να δραπετεύσει από τον ίδιο του τον εαυτό, από τον οποίο ένιωθε να απειλείται, λόγω — όπως θα δούμε — της έλλειψης κάποιων στοιχειωδών ανθρώπινων χαρακτηριστικών του.