Προβληματική περί Ψυχανάλυσης διαδικτύου/διαπροσωπικής


Κωνσταντίνος Τσώλης.

Η Μαρία, νέα κοπέλα, παντρεύτηκε τον σύζυγό της από μια παρορμητική επιθυμία. Αυτός ήταν ένας άνδρας πολύ αμφιθυμικός που τη χτυπούσε, αλλά συγχρόνως τη φρόντιζε πολύ. Ελέγχει πότε πηγαίνει στις φίλες της και γενικά της στερεί την ελευθερία ενώ την απατά. Χωρίς να το αντιληφθεί παντρεύτηκε ένα αντίγραφο της μητέρας της. Η Μαρία πρόβαλε πολύ γρήγορα τη σχέση με τη μητέρα της και με απειλούσε ότι θα έρχονταν όποτε ήθελε εκείνη. Παρ’ όλα αυτά έρχονταν σχεδόν τακτικά παίρνοντας φαίνεται αρκετή ικανοποίηση από την αναλυτική διαδικασία. Εν τούτοις ένιωθε ότι εγώ την εξανάγκαζα να έρχεται για ανάλυση. Η Μαρία αγαπά τον πατέρα της, αλλά η κυριαρχία του σπιτιού ανήκε στη μητέρα της. Η Μαρία έχει μια στάση απέναντι στον σύζυγό της αντίθετη από αυτή προς τον πατέρα της. Του ζητά διαρκώς χρήματα και σκέπτεται ότι αυτός μοιάζει με την πεθερά της. Σε εμένα προβάλει πότε την εξιδανικευμένη εικόνα του πατέρα, τον οποίο φρόντισε όταν αρρώστησε σοβαρά, και πότε την εικόνα της φαλλικής μητέρας. Ορισμένες στιγμές της μεταβίβασης εκφράζει μια άμυνα απέναντι σε μια παθητική ομοφυλοφιλική σχέση με τη φαλλική μητέρα εναντίον της οποίας επιτίθεται. Η σχέση με τον φαλλικό σύζυγο-μητέρα συνδέεται με ψυχοσωματικούς φόβους, ενώ η σχέση με τον πατέρα συνδέεται με την εξιδανίκευση. Η εξιδανίκευση του πατέρα εδραιώνει την αλλαγή του αντικειμένου, η οποία μπορεί να οριστεί ως ταύτιση με το μερικό αντικείμενο, με το πέος του πατέρα. Μπορούμε να περιγράψουμε αυτή τη γυναίκα ως γυναίκα-πέος του πατέρα που είναι η συνεργάτρια, η βοηθός αυτή που εμπνέει έναν εραστή, ένα σύζυγο. Οι συνεντεύξεις τρεις φορές την εβδομάδα έγιναν μέσω διαδικτύου λόγω του Covid-19 τα δύο πρώτα χρόνια. Μετά την υποχώρηση της πανδημίας η σχέση μας συνεχίστηκε δια ζώσης για κάποια χρόνια και η οιδιπόδεια προβληματική της Μαρίας επενδύθηκε συναισθηματικά μέχρι τη φαντασιωσική συνουσία μεταξύ μας. Συνεπώς η ανάλυσή της θα μπορούσε να χωριστεί σε δύο φάσεις – διαδικτυακά και προσωπικά. Στη παρουσίασή μου θα προσπαθήσω να δείξω τις τεράστιες διαφορές που διαπίστωσα στο μεταβιβαστικό επίπεδο ανάμεσά τους: κατά την διαδικτυακή επικοινωνία η κυριαρχούσα δύναμη κατά την ανάλυση ήταν ο ρεαλισμός και η πραγματικότητα της ζωής της ενώ κατά την αλλαγή στην διαπροσωπική επαφή μας στον αναλυτικό χώρο του πλαισίου εντός του γραφείου μου η ασθενής έκανε επενδύσεις εκπορευόμενες αμιγώς εκ του ασυνειδήτου της με κλινική βελτίωση πολύ μονιμότερου χαρακτήρα λόγω της φαντασιακής συμμετοχής της κοντινότητας του χώρου.