Ψυχαναλυτικές Σπουδές


Θεωρητική & Κλινική Εκπαίδευση

Το πενταετές πρόγραμμα σπουδών περιλαμβάνει τρία αλληλοδιαπλεκόμενα σκέλη:

1. Η εκπαίδευση έχει ένα αμιγώς θεωρητικό μέρος, το οποίο επικεντρώνεται στις κλασικές ψυχαναλυτικές έννοιες και στις μεταψυχολογικές τους παραμέτρους έτσι ώστε να συνυφαίνεται με το κλινικό μέρος. Το σύνολο της εκπαίδευσης επιδιώκει να καλύψει τις προεκτάσεις, διασυνδέσεις, ιστορικές εξελίξεις και εμπλουτίσεις του ψυχαναλυτικού χώρου, πάντοτε υπό το πρίσμα των κλασικών τοποθετήσεων του Sigmund Freud. Η θεωρητική εκπαίδευση είναι πλήρης και συνδυαστική των διαφόρων σχολών. Κατά την διάρκειά της δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στην κατανόηση και εμπέδωση των πολύπλοκων αιτίων εξ αιτίας των οποίων ο Sigmund Freud θεώρησε ότι η μελέτη του ασυνειδήτου παρουσιάζει ιδιάζουσες άμυνες, οι οποίες καθιστούν την ψυχανάλυση ανεξάρτητη της ακαδημαϊκής ψυχολογίας.

2. Το κλινικό σκέλος της εκπαίδευσης ξεκινά κατόπιν της συγκατάθεσης του Εκπαιδευτικού Συμβούλου, της έκφρασης επιθυμίας από τον σπουδαστή και την σύμφωνη γνώμη της Εκπαιδευτικής Επιτροπής. Στη συνέχεια, προκειμένου ένας σπουδαστής να προχωρήσει στην εκπαίδευσή του, θα αναλάβει δύο (ή τρεις) κλινικές περιπτώσεις.

3. Η προσωπική ψυχανάλυση ενός εκάστου σπουδαστή του Ινστιτούτου αποτελεί το ανεξάρτητο μεν σκέλος της εκπαίδευσης, παραμένει όμως απόλυτα συνυφασμένο με το θεωρητικό-κλινικό και δεν έχει μέγιστο ή ελάχιστο χρονικό όριο.

Η συνολική εκπαίδευση έχει χαρακτήρα ενωτικό των πέντε κυριοτέρων Ψυχαναλυτικών Σχολών, ήτοι της Κλαϊνικής, Βρετανικής, Γαλλικής, Ανεξάρτητης και Αμερικανικής, πάντοτε υπό την αιγίδα της Κλασικής Ψυχανάλυσης. Αυτό ισχύει σε Θεωρητικό, Κλινικό και Τεχνικό Επίπεδο.

Μέγιστος αριθμός συμμετεχόντων: 15 άτομα.
Διάρκεια: 5 Ακαδημαϊκά Έτη

Εκπαιδευτική Ψυχανάλυση

Η προσωπική ανάλυση των σπουδαστών του Ινστιτούτου αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της εκπαίδευσής τους. Ας σημειωθεί ότι η γενική χαλάρωση που έχει παρουσιαστεί επ’ αυτού του θέματος, αποτελεί μία μείζονα αιτία ‘ακαδημαϊσμού’ και απομάκρυνσης της Ψυχανάλυσης από την σχέση της με το ασυνείδητο.

Η ατομική Ψυχανάλυση των σπουδαστών του Ινστιτούτου είναι συστηματική, 4 έως 6 φορές εβδομαδιαίως, και η διάρκειά της εξαρτάται από την πληρότητά της.

Η εκπαιδευτική ψυχανάλυση είναι ανεξάρτητη από την θεωρητική και κλινική εκπαίδευση του εκάστου σπουδαστή.

Κάθε σπουδαστής έχει δικαίωμα να δηλώσει στην Εκπαιδευτική Επιτροπή, άνευ περαιτέρω εξηγήσεων, την απόφασή του να αλλάξει ψυχαναλυτή. Η Εκπαιδευτική Επιτροπή δέχεται την αλλαγή μέχρι δύο ψυχαναλυτών ήτοι τρεις ψυχαναλυτές συνολικά.

Η διάρκεια μιας εκπαιδευτικής ανάλυσης δεν έχει κανενός είδους μέγιστο ή ελάχιστο χρονικό όριο.

Το τέλος μιας εκπαιδευτικής ανάλυσης το πληροφορείται η Εκπαιδευτική Επιτροπή γραπτώς, από τον σπουδαστή, από τον εκπαιδευτικό του σύμβουλο και από τον ψυχαναλυτή του.

Κριτήρια επιλογής υποψηφίων για το πενταετές πρόγραμμα σπουδών

Η επιλογή των υποψηφίων για εκπαίδευση στο Ινστιτούτο γίνεται με κριτήρια αμιγώς ψυχαναλυτικά από Επιτροπή του Ινστιτούτου στην οποία μπορούν να συμμετέχουν και ψυχαναλυτές συνεργαζόμενοι με το Ινστιτούτο.

Καθοριστικοί παράγοντες στην αποδοχή μίας αίτησης υποψηφίου για εκπαίδευση είναι: η συνολική δόμηση του ψυχισμού του, η επίδραση της πρότερης κλινικής του εμπειρίας στο τρόπο της σκέψης του, η καλή γνώση γλωσσών πέραν της Ελληνικής, η συμμετοχή του σε συγγραφικό έργο, ο ψυχολογικός τρόπος του σκέπτεσθαι και η κοινωνική του προσφορά.

Παράγοντες όπως κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο του υποψηφίου, ακαδημαϊκό επίπεδο και κάθε είδους συναφείς εξωτερικοί παράγοντες δεν λαμβάνονται υπόψη στην αποδοχή ή απόρριψη μίας αίτησης.

Οι υποψήφιοι υποβάλλουν έντυπη αίτηση που τους παρέχεται από το Ινστιτούτο ή μέσω της ιστοσελίδας του και, κατόπιν της συμπλήρωσής της, καλούνται για δύο ή τρεις εκτιμήσεις από διαφορετικούς ψυχαναλυτές, οι οποίοι καθορίζονται από την Εκπαιδευτική Επιτροπή του Ινστιτούτου.

Η απόφαση για αποδοχή είναι είτε τελική, είτε υπό όρους. Στην δεύτερη περίπτωση η αποδοχή μπορεί να συνοδεύεται από συγκεκριμένες προϋποθέσεις αποδοχής, οι οποίες τίθενται στον υποψήφιο από την Εκπαιδευτική Επιτροπή και αφορούν συνήθως στην κλινική του εμπειρία. Οι προϋποθέσεις αυτές σκοπεύουν στην προστασία του υποψηφίου από το να ξεκινήσει το μέρος της κλινικής του εκπαίδευσης εάν δεν είναι πλήρως προετοιμασμένος για κάτι τέτοιο.

Υποψήφιοι, οι οποίοι έχουν γίνει δεκτοί για εκπαίδευση και οι οποίοι δεν είναι ήδη σε ανάλυση τουλάχιστον τεσσάρων εβδομαδιαίων συνεδριών, καλούνται να ξεκινήσουν πλήρη και συστηματική ανάλυση με την ανωτέρω συχνότητα πριν από την έναρξη των θεωρητικών τους σεμιναρίων.